Τὰ δάκρυα ποὺ στὰ μάτια μας
θὰ δεῖτε ν᾿ ἀναβρύζουν
ποτὲ μὴν τὰ πιστέψετε
απελπισιᾶς σημάδια.

Ὑπόσχεση εἶναι μοναχὰ
γι᾿ Ἀγώνα ὑπόσχεση.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2009

Η Άνοιξη μάλλον θα αργήσει…

Ένα ποίημα που έχασε το δρόμο του.

Περιμένω την Άνοιξη, για να δω το κόκκινο μαζί με το πράσινο,
Τα λουλούδια με το γρασίδι, την «επανάσταση» με το «συμβιβασμό»,
Το απόλυτο τίποτα με το καθόλου, το έτσι με το αλλιώς,
Και όμως περιμένω από τη φύση την απάντηση, που μου χρωστάνε και οι δυό,
Αλλά αρνούνται να μου τη δώσουν, και μου στερούν την έκφραση της ψυχής μου.

Μου στερούν την αισθητική μου, μου αποδυναμώνουν τη λογική μου,
Αγνοούν τη σκέψη μου, καταργούν τα χρώματα, μπερδεύουν τα καλώδια,
Οι δολοφόνοι της ύπαρξης μου, οι δηλωσίες των εποχών. Πιάστε τον, πρόδωσε την Άνοιξη.
Με κάνουν να αισθάνομαι Μαλάκας, αλλά δεν θα τους το επιτρέψω.

Θεέ μου εσύ, αν υπάρχεις , βλέπεις; Βλέπεις το τίποτα των ανθρώπων;
και αν δεν θλίβεσαι; Σε τι αποβλέπεις; Στις γιαγιές που κατακλύζουν τους οίκους σου;
Στους επαγγελματίες που υπηρετούν αυτά, που προσπαθούν να μας πείσουν ότι επιθυμείς;
Ή αποδέχεσαι τον οίκο του εμπορίου, που απόρριψε ο γιός σου;

Αντιλαμβάνομαι την αξιοπρέπεια των ανθρώπων και απομακρύνομαι.
Που κατοικοεδρεύετε εσείς. που σας αναθέσαμε τις τύχες των υπάρξεων μας και μας κυβερνάτε;
Αισθάνομαι τη «δικαιοσύνη» του θεού και απογοητεύομαι. Που είσαι θεέ των ανθρώπων;
Οι αντιπρόσωποι σου απότυχαν, όπως απότυχαν οι αυτόκλητοι εκφραστές της θέλησης μου.

Ξεκίνησα το ταξίδι μόνος μου, το συνεχίζω μόνος περιχαρακώνοντας τον ιδιωτικό μου χώρο,
Αμφισβητώντας το δόγμα και την απόλυτη αλήθεια, που μου μαθαν να σέβομαι.
Ποιοι είναι αυτοί που ζητάν την απολογία και εξομολόγηση μου, και γιατί να είναι καλύτεροι από μένα;
Τραγικές φιγούρες αντίγραφα του τίποτα, κακόμοιρα πλάσματα του πουθενά, με ρωτήσατε γιατί θα πρέπει να σας εμπιστεύομαι;


Σας φτύνω, αλλά το σάλιο μου επιστρέφει σε μένα, αλλά θεέ για σένα το καταλαβαίνω, έχεις τη δύναμη.
Αλλά τα κτίσματα σου ; Από πού αποκτήσαν το δικαίωμα να μου επιστρέφουν το φτύσιμο;
Τους εκχώρησες λίγη από τη δύναμη σου; Δουλεύεις μόνο με τους αντιπροσώπους σου;

Σας γράφω θνητοί, σε αγνοώ θεέ των θνητών, σε αγνοώ περιβάλλον που ζω,
Αλλά δεν μπορώ να αγνοήσω, εσένα Περιβόλι της Παναγίας και τους Άδολους που σε υπηρετούν.
Δεν μπορώ να υπηρετώ τους άγιους του ξεχασμένου παρελθόντος που μου επέβαλλαν, χωρίς να τους γνωρίζω και να αγνοώ τους επί γης Άγιους του τώρα .
Ποιος είμαι εγώ που θα αμφισβητήσω τη διέξοδο μέσω της Προσευχής; Ακούς θεέ;

Ποιες προσευχές λαμβάνεις υπόψη σου θεέ; του εφραίμ και του ρουσόπουλου ή των επί γης Αγίων;
Ποιες προσευχές ακούτε πολιτικοί; των υπηρετών σας ή των Παιδιών μας που μας Φτύνουν;
Ποιοι είστε εσείς που θα μας δείξετε τον ορθό δρόμο; Μήπως απλά είστε οι ψηλότεροι από μια ομάδα νάνων;
Η Νταρντάνα η Ζωζώ και ο γιός του παπά ο Νταβαντζής ήταν οι κακοί;

Προσπαθώ να πάω όσο μακριά μπορώ να δω, σαν θα φτάσω εκεί θα μπορέσω να δω ακόμη ποιο μακριά.
Στο δρόμο μου για το στόχο που συνεχώς ανανεώνεται κλείνω τα αυτιά μου, απομονώνω τις αισθήσεις μου,
περιγελώ τους κώδικες και τις αξίες, αγνοώ τα δόγματα και τις ηθικές, αμφισβητώ τη τελειότητα,
περιφρονώ τα σημεία αναφοράς και φεύγω μακριά ως εκεί που βλέπω, για να ξαναφύγω ποιο μακριά όταν φτάσω εκεί.

Τα συντρίμμια που υπηρετώ, με συνθλίβουν, οι αγάπες μου με καταπιέζουν,
Τα όνειρα μου χάνονται στη πίσω ρόδα του ποδηλάτου, μαζί με τις σκέψεις μου,
Άδικα σπαταλώ λέξεις και χρόνο, μετανιώνω για τα παλιά μου πιστεύω,
Η προσομοίωση δεν μου ταιριάζει, δεν μπορώ να ζω με την εικονική πραγματικότητα,
Αυτή μου μαθαν μα δεν τη συνήθισα, αλλά τη προσπέρασα πετώντας.

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2009

Ίχνη στους δρόμους, απ' τα άρματα, ακολουθεί στοιχισμένη η μιζέρια....

του Γιάννη Νόβα

Τόποι και λογικές, συμφώνησαν.
Όλες οι λέξεις μαζί, ένας ήχος.
Μακρινό βούισμα, στα αυτιά μου..
Ήρθε η μέρα, γνωστό εμβατήριο.
Να 'σου ξεπρόβαλαν αρβύλες, ρυθμός μονότονος.
Ίχνη στους δρόμους, απ' τα άρματα.
Ακολουθεί στοιχισμένη η μιζέρια,
Ιστοί βαστούν σημαίες, ραμμένα όνειρα
Όλα στο πέτο καρφιτσωμένα μετάλλια.
Δείχνουν να με τραβούν προς τα κάτω.
Ίσως για λίγο πέταξα.
Ήμουν πολύ μικρός να αντέξω.
Για λίγο τα κατάφερα.
Ήταν η Νίκη μιας Ημέρας.
Μάτια μου δεν μπορώ να σας κλέισω... βαδίζω πάλι
Ανασκευάζω τα λάθη μου, απλά δεν μαθαίνω.
Επίπλαστο το όνειρο.
Να ήταν το όνειρο εχθρός και η πράξη φίλος.
Ότι άξιζε καθορίζει την πορεία.
Σώπα, για να ακούς μες στην τρυφή σου, κι ας με πεις
Μ......